- τεσσαρεσκαιδεκαέτης
- τεσσᾰρεσκαιδεκα-έτης, ες, later [suff] τεσσᾰρεσκαιδεκα-ετής, ές,A = τεσσαρεσκαιδεκέτης, Sammelb. 7440.28 (ii A.D.); as fem.,
ἡλικία Ph.1.45
: fem. [suff] τεσσᾰρεσκαιδεκα-έτις, ιδος, ἡλικία Gal.6.60
, 165.
Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό). 2014.